Παρασκευή, 17 Μαΐου 2024

«Ενθυμού και μη λησμόνει» ή «περασμένα - ξεχασμένα»;
Οι απορίες του λόγου περί μνήμης ως αφορμή για ένα συνέδριο


Σημείωμα της ερευνητικής ομάδας
             Μνημοσύνη

Μπορούν οι σχεδόν συνώνυμες γερμανικές λέξεις «Gedächtnis - Erinnerung» να αποδοθούν στα ελληνικά με το ζεύγος «μνήμη - ενθύμηση»; Πώς θα μεταφράσουμε καλύτερα το «Erinnerungskultur»; Πολιτισμό μνήμης/μνημονικό πολιτισμό ή κουλτούρα της μνήμης/μνημονική κουλτούρα; Είναι δυνατόν για τη λέξη «Schlussstrichpolitik» (που σημαίνει κάτι σαν «πολιτική της τελείας και παύλας») να βρεθεί ανάλογη ελληνική, που να μη μοιάζει τερατούργημα; Τέτοιου είδους αθώα –εκ πρώτης όψεως– μεταφραστικά προβλήματα, που αντιμετωπίσαμε κατά την προσπάθεια απόδοσης γερμανικών καταστατικών κειμένων περί μνήμης στα ελληνικά (με σκοπό την έκδοση ενός ανθολογίου), μας οδήγησαν στα βαθιά νερά. Για να κατανοήσει κανείς τις έννοιες χρειάζεται ανάλυση, συσχετισμός, ερμηνεία. Η κατάδυση αυτή στα κείμενα μας έφερε αντιμέτωπους/ες με θεωρητικούς προβληματισμούς που έχουν το αντίστοιχό τους –κι αυτό είναι το συναρπαστικό– σε πολιτικοϊδεολογικές συζητήσεις που διεξάγονται σε ευρεία κοινωνική κλίμακα και μάλιστα παγκοσμίως: σε περιπτώσεις π.χ. εμφυλίων συγκρούσεων που έχουν λήξει δεν είναι λογικό η πληγείσα χώρα να προωθήσει μια «στρατηγική της λήθης», ώστε να κατευνάσει τα πνεύματα και να ακολουθήσει μια συλλογική πορεία προς το μέλλον; Ή μήπως κάτι τέτοιο αποτελεί προσπάθεια συγκάλυψης εγκλημάτων και απώθησης του ιστορικού τραύματος, δείγμα εθελοτυφλίας; Έτερο παράδειγμα: σε περιπτώσεις παρελθόντων συλλογικών εγκλημάτων (π.χ. γενοκτονίες), αναλαμβάνει ο θύτης την ευθύνη του και με ποιον τρόπο; Και αν υπάρχουν πολλές ομάδες θυμάτων, ποια από τις φωνές τους «αναγορεύεται» σε επίσημη συλλογική μνήμη; Υπάρχουν και δεκάδες άλλα ζητήματα, με το Ολοκαύτωμα, βέβαια, να βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα των σχετικών συζητήσεων. Σε όλες τις πτυχές της διαχείρισης του παρελθόντος οι μυθοπλαστικές αφηγήσεις διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο, καθώς έχουν την ικανότητα να ανακαλούν τα περασμένα και να τα καθιστούν παροντικά, να  διαμορφώνουν σύμβολα που εποικίζουν το φαντασιακό, να κινούνται στην κόψη ατομικού και συλλογικού, κατασκευής και γεγονότος. Αυτός είναι ο τομέας που μας ενδιαφέρει πρωτίστως – ειδίκευσή μας, άλλωστε, αποτελούν η λογοτεχνία και οι πολιτισμικές σπουδές. Κι εδώ, όμως, τα συγκεκριμένα θέματα που ανακύπτουν είναι περίπλοκα και δεν επιδέχονται μιας μονοσήμαντης απάντησης. Σταχυολογούμε τυχαία: το να προκρίνεται μια ατομική «αλήθεια» έναντι της επίσημης συλλογικής μνήμης (όπως π.χ. συμβαίνει στο Διαβάζοντας στη Χάνα ή στους Στρατιώτες της Σαλαμίνας) είναι άραγε δείγμα «αναθεωρητισμού» της ιστορίας;  Έχει το δικαίωμα ο καλλιτέχνης για τις ανάγκες της μυθοπλασίας να μεταλλάσσει την ιστορία –ή τη συλλογική μνήμη μιας ομάδας– κατά το δοκούν (όπως υποστηρίζεται ότι συνέβη στην πρόσφατη αυστραλιανή ταινία του Ράσελ Κρόου The Water Diviner); Κι από την άλλη, μπορεί η τέχνη να συμβάλει στην πολιτική αναγνώριση μιας γενοκτονίας (π.χ. Φατίχ Ακίν, The Cut); Πολλά τα προβλήματα, πεπερασμένοι οι λόγοι που μπορούν να αναπτυχθούν στο πλαίσιο μιας ερευνητικής ομάδας. Η διάνοια φτάνει στα όριά της, σουρρεαλιστικές και δυστοπικές εικόνες αναδύονται από το ασυνείδητο: φανταζόμαστε ελέφαντες να εισβάλλουν στη χώρα των λωτοφάγων και αναρωτιόμαστε αν τα συμπαθή παχύδερμα θα απωλέσουν κι αυτά την παροιμιώδη μνήμη τους.  Ή μεταφερόμαστε στο 2073, όπου η ομάδα Μνημοσύνη βρίσκεται στην παρανομία και καταδιώκεται από μυστικούς πράκτορες που σκοπό έχουν να εμφυτεύσουν στους εγκεφάλους των μελών της μικροτσίπ με προκατασκευασμένες αναμνήσεις. Είναι προφανές, χρειαζόμαστε επειγόντως έξωθεν βοήθεια. Και τότε έπεσε η ιδέα: γιατί δεν κάνουμε ένα συνέδριο…